- δημογραφία
- Επιστήμη που μελετά τη σύνθεση, τις μεταβολές και τη δυναμική του πληθυσμού. Αντικείμενο της μελέτης της δ. είναι επομένως όλα τα φαινόμενα βιολογικού χαρακτήρα –όπως οι γεννήσεις και οι θάνατοι– ή κοινωνικού –όπως οι γάμοι και οι μεταναστεύσεις– που προκαλούν μεταβολές του πληθυσμού και επηρεάζουν έτσι το συνολικό μέγεθός του, τη σύνθεσή του κατά φύλο, ηλικία, κοινωνική κατάσταση, την οικονομική δραστηριότητα και τη γεωγραφική μετακίνησή του. Η διδακτική πρακτική της επιστήμης έχει καθιερώσει τη διαίρεση σε ορισμένα κύρια αντικείμενα της δημογραφικής έρευνας, που αφορούν τις γεννήσεις, τους γάμους, τους θανάτους και τις μεταναστευτικές κινήσεις.
Είναι φανερό, όμως, πως κανένα από τα φαινόμενα αυτά δεν μπορεί να εξεταστεί μεμονωμένα, καθώς συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς αλληλεξάρτησης. Ωστόσο, πέρα από τη μελέτη των φαινομένων αυτών από ποσοτική άποψη, με τη χρησιμοποίηση της στατιστικής μεθόδου και των αριθμητικών δεδομένων που αφορούν την κατάσταση και την κίνηση του πληθυσμού (δημογραφικές στατιστικές), η δ. εξετάζει τις δυνάμεις που επηρεάζουν την κοινωνική διάρθρωση, προκαλώντας τη δυναμική ανάπτυξη, τη συνοχή ή την αποσύνθεσή της. Η μελέτη της σύνθεσης και της δυναμικής της κοινωνικής οργάνωσης, η μελέτη της αστυφιλίας και της αποσύνθεσης της αγροτικής κοινωνίας, η εξέταση της έννοιας του αναγκαίου ελαχίστου παραγωγής για τη συντήρηση και την εξέλιξη μιας κοινότητας, καθώς και οι έρευνες σχετικά με την αφομοίωση των εθνικών φυλετικών μειονοτήτων είναι ορισμένα, μεταξύ άλλων, από τα αντικείμενα της δημογραφικής έρευνας.
Επειδή υπάρχει ενότητα του υλικού που εξετάζεται, η δ. έχει σαφή επιστημονική αυτονομία, ωστόσο η εμβάθυνση του ερευνητικού πεδίου της δημιούργησε στενούς δεσμούς συνεργασίας με την εθνολογία, την ανθρωπολογία, τη γενετική, την οικονομία και την κοινωνιολογία.
Οι ρίζες της δημογραφικής επιστήμης είναι παλαιότατες και μπορούν να αναχθούν στις πρώτες απογραφές πληθυσμού, που διενεργήθηκαν στην Κίνα, στην Αίγυπτο, στην Ασσυρία, στην αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη. Ωστόσο, μόνο τον 17ο αι., με τη γέννηση δηλαδή της στατιστικής, άρχισαν οι δημογραφικές έρευνες να αποκτούν αξιόλογη σημασία και κάποια αυτονομία που ξεπερνούσε τα όρια της απλής καταμέτρησης του πληθυσμού· την ίδια περίοδο οι έρευνες αυτές διαφοροποιήθηκαν και όσον αφορά τις κατευθύνσεις τους, ανάλογα με τη διαφορετική κατάρτιση των ερευνητών: ο Τζον Γκράουντ (1620-1674) ανέλυσε τον ρυθμό των θανάτων στην πόλη του Λονδίνου και τον ακολούθησαν ο Γουίλιαμ Πέτι (1623-1687) και ο Έντμοντ Χάλεϊ (1656-1742), στον οποίο οφείλεται η σύνταξη του πρώτου πίνακα θνησιμότητας για την πόλη του Μπρεσλάου. Στον Γιόχαν Πέτερ Ζίσμιλχ (1707-1767), Διαμαρτυρόμενο στρατιωτικό ιερέα, οφείλεται η πρώτη συστηματική συγκέντρωση των δημογραφικών δεδομένων στο έργο του Η θεία τάξη στις μεταβολές του ανθρώπινου γένους, αποδεικνυομένη βάσει των γεννήσεων, των θανάτων και της αναπαραγωγής του (1741). Ο Ζίσμιλχ αναζήτησε την κανονικότητα των γεννήσεων, των γάμων, των θανάτων, αποδίδοντάς την στην υπέρτατη σοφία του Θεού, που επιβάλλει στο ανθρώπινο γένος την υπερφυσική τάξη του. Ο ίδιος, παρότι βασίστηκε σε φιλοσοφικές και θρησκευτικές αντιλήψεις κατά την επιστημονική έρευνα των δεδομένων, συνέβαλε αποφασιστικά στην αυτονομία της επιστήμης της δ. Στον Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους, όμως, ανήκει το έργο της προσέλκυσης της γενικής προσοχής στα προβλήματα του πληθυσμού, μέσω της δημοσίευσης, στην αρχή ανώνυμα, μίας σχετικής μελέτης (1789). Αν ο πληθυσμός αφεθεί στην εξελικτική του δύναμη, αναφέρει ο Μάλθους, τείνει να αυξηθεί με γεωμετρική πρόοδο. Επειδή το ενδεχόμενο αυτό μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ανισορροπία, τίθενται αυτόματα σε κίνηση μηχανισμοί με κατασταλτικό (θάνατοι από υποσιτισμό, επιδημίες, πόλεμοι) ή προληπτικό χαρακτήρα. Πρέπει, επομένως, συνεχίζει ο Μάλθους, να εναρμονιστεί η εξελικτική δυναμική του πληθυσμού με τη δυναμική των μέσων συντήρησης, ούτως ώστε να συμβαδίζουν· πρέπει δηλαδή να τεθεί ως βάση της εξελικτικής προόδου του πληθυσμού μια αρχή φυσικής τάξης που να ρυθμίζει το φαινόμενο, ώστε να αποφεύγεται κάθε ανισορροπία. Ο Μάλθους εντόπισε την αρχή αυτή στον περιορισμό των γεννήσεων. Εξαιρετικής σημασίας ήταν και το έργο του Βέλγου επιστήμονα της στατιστικής Άντολφ Κετελέ (1796-1874), που επηρέασε το σύνολο των κοινωνικών μελετών κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι. Στο έργο του αποδίδονται στην ανθρώπινη κοινωνία νόμοι που ισχύουν στον φυσικό κόσμο. Βασική αρχή του Κετελέ είναι η ύπαρξη του μέσου ανθρώπου, του οποίου παραλληλίζει τη σπουδαιότητα για την κοινωνία, με τη σπουδαιότητα του κέντρου βάρους για το σώμα· σε αυτόν αντικατοπτρίζονται τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας στην οποία ζει. Στο δεύτερο μισό του 19ου αι., με την επέκταση των δημογραφικών στατιστικών, διευρύνθηκαν οι έρευνες σχετικά με τα προβλήματα του πληθυσμού. Καθιερώθηκε και εισήχθη στην καθημερινή χρήση ο όρος δ., τον οποίο παρουσίασε ο Γάλλος Γκιγιάρ το 1855. Οι όροι δημολογία, θεωρία του πληθυσμού και πληθυσμιακή, που χρησιμοποιούνταν έως τότε, εγκαταλείφθηκαν.
Τον 20ό αι. πρέπει να αναφερθούν οι Λότκα και Κνιμπς, για τους μαθηματικούς τύπους τους που εφαρμόζονται στη μελέτη πληθυσμού, καθώς και οι Κουτσίνσκι και Περλ, για τη συμβολή τους στη μελέτη της ανθρώπινης παραγωγικότητας, από στατιστική άποψη ο πρώτος και από βιολογική ο δεύτερος.
* * *ηστατιστική μελέτη τού πληθυσμού (απογραφή, ποσοτική και ποιοτική σύνθεση, όριο ζωής, διαβίωση, μεταναστευτική κίνηση κ.λπ.).[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελλην. ξεν. όρου (πρβλ. γαλλ. demographic). Η λ. μαρτυρείται από το 1855].
Dictionary of Greek. 2013.